Η πολυτάραχη ιστορία της Κύπρου και η συχνή εναλλαγή κατακτητών καθιστούν σαφές πως το φυσικό αμυντικό μέσο του νησιού -η θάλασσα- δεν είναι πάντοτε επαρκές, για αυτό και οι κατά καιρούς αυξημένες αμυντικές ανάγκες ωθούν τους Κύπριους, ήδη από την αρχαιότητα, στην ενίσχυση της εσωτερικής άμυνας. Οι Κύπριοι έκτιζαν τείχη γύρω από τις πόλεις και στη συνέχεια παρατηρητήρια ή/και κάστρα για τον έλεγχο στρατηγικών σημείων. Τα έργα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής λόγω της στρατηγικής τους τοποθεσίας και ενδεχομένως της κατασκευαστικής τους αξίας, επαναχρησιμοποιούνταν με τις δέουσες για την άμυνα της εποχής μετατροπές. Ένα μεγάλο μέρος της διασωθείσας οχυρωματικής αρχιτεκτονικής της Κύπρου χρονολογείται στον μεσαίωνα, που εμπίπτει στη Φραγκική και στην Ενετική κατοχή του νησιού αλλά και στο ευρύτερο πλαίσιο του κινήματος των Σταυροφοριών.
Στο πλαίσιο του έργου «Ψηφιακό Τόξο Πολιτισμού Ελλάδος-Κύπρου: Διάσωση και Ανάδειξη της Μεσαιωνικής Πολιτιστικής Κληρονομίας στη Νησιωτική Περιοχή του Αιγαίου και της Κύπρου (DigiArc)», που εντάσσεται στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Interreg VA Ελλάδα-Κύπρος, έχουν επιλεχθεί για την περιοχή της Κύπρου τα κάστρα της Λάρνακας, Λεμεσού, Κολοσσίου και Πάφου καθώς και οι πύργοι Αλαμινού, Περβολιών, Πύλας και Ξυλοφάγου της επαρχίας Λάρνακας.
Με αρωγούς τη διεπιστημονική προσέγγιση μέσω καινοτόμων τεχνολογιών αποτύπωσης και τεκμηρίωσης, επιχειρείται η διάσωση και η ανάδειξη της ιστορικής πορείας των μνημείων εξυπηρετώντας ενημερωτικούς, ψυχαγωγικού και εκπαιδευτικούς σκοπούς. Πρωταρχικός στόχος του έργου είναι η ανάδειξη και τεκμηρίωση της Μεσαιωνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς με τεχνολογίες σάρωσης (επίγεια και εναέρια ψηφιακή αποτύπωση) των μνημείων και του περιβάλλοντα χώρου τους με εξαιρετική ακρίβεια και πιστότητα. Αυτή η σάρωση παρέχει ένα λεπτομερές νέφος σημείων του περιβάλλοντος χώρου. Το νέφος σημείων προσφέρει μία καλύτερη αναπαράσταση του μνημείου στους επιστήμονες, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για περαιτέρω μελέτη, όσο και για την παρουσίαση καθαυτών των αποτελεσμάτων. Σημαντική πρόκληση είναι η δυνατότητα ψηφιακής «ανασύστασης» τμημάτων των μνημείων με τεχνικές ψηφιακής αποκατάστασης και βιβλιογραφικά στοιχεία τεκμηρίωσης, όπου με τη χρήση Ολιστικής Ιστορικής Ψηφιακής Μοντελοποίησης Δομικών Πληροφορίων Μνημείων (ΗΒΙΜ) οι πληροφορίες συνενώνονται με το νέφος σημείων και προκύπτει σε πρώτο στάδιο το τρισδιάστατο μοντέλο εξαιρετικής γεωμετρικής ακρίβειας και ποιότητας. Σε δεύτερη στάδιο το σπορικό μοντέλο που περιέχει τις πληροφορίες και δεδομένα σχετικά με την ιστορία και μνήμη του συγκεκριμένου μνημείου.
Τα αποτελέσματα χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία διαδικτυακής πύλης, ψηφιακής κιβωτού και σε σύγχρονες εφαρμογές τρισδιάστατης εικονικής περιήγησης και μικτού περιβάλλοντος. Ο χρήστης των πιο πάνω εφαρμογών θα έχει τη δυνατότητα να πλοηγείται και να ενημερώνεται σε πρώτο πρόσωπο εξασφαλίζοντας την ενίσχυση της Ψηφιακής Πολιτιστικής Κληρονομιάς στην περιοχή της Κύπρου.
Η πράξη συγχρηματοδοτείται κατά 85% από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης) και κατά 15% από Εθνικούς Πόρους της Ελλάδας και της Κύπρου. Στην πράξη συμμετέχουν εκ μέρους της Ελλάδας το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ως Κύριος Δικαιούχος του Έργου, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου. Η Κύπρος αντιπροσωπεύεται από το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου και την Έδρα της UNESCO στην Ψηφιακή Πολιτιστική Κληρονομιά του Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Η πράξη έχει συνολικό προϋπολογισμό 2.505.485€ και ορίζοντα ολοκλήρωσης τον Ιούλιο του 2021.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να αποταθείτε στο Τμήμα Αρχαιότητας Κύπρου ([email protected] / +35722865888) ή στην Έδρα της UNESCO στην Ψηφιακή Πολιτιστική Κληρονομιά ([email protected] / +35725002020) του Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου.